Αλλά τα video games δεν είναι απλά ένα χόμπι, είναι τρόπος ζωής. Δεν είναι μια απόφαση που παίρνεις όταν φτάσεις σε κάποια ηλικία να τα σταματήσεις και το κάνεις. Όταν έχεις μεγαλώσει με αυτά, όταν έχεις αφιερώσει ώρες, μέρες, χρόνια από την ζωή σου, όταν σε έχουν βοηθήσει να ξεχαστείς και να διασκεδάσεις, όταν σου έχουν “σταθεί” σε δύσκολες εποχές, δεν γίνεται να πεις “πάει τώρα, μεγάλωσα γι’ αυτά”. Δεν σ’ αφήνουν να τα αφήσεις. Απλά πρέπει να προσαρμοστείς. Για μένα αυτή η προσαρμογή ήρθε με το Switch.
Δεν έφταιγα μόνο εγώ τελικά (όλες έτσι θέλουν να μας κάνουν να πιστεύουμε). Ναι και εγώ μεγάλωσα και πλέον δεν μπορούσα να αφιερώνω τόσο χρόνο όσο πριν μια δεκαετία, αλλά πλέον μάλλον θέλω να μην σπαταλάω το χρόνο σε κάτι ανούσιο. Όχι, δεν είναι το gaming ανούσιο στον πυρήνα του, αλλά για να φτάσω στον πυρήνα έπρεπε να φάω στην μάπα όλη την προετοιμασία και την σύγχρονη ρουτίνα του gaming. Θέλω απλά να παίξω, χωρίς την διαδικασία που χρειάζεται μέχρι να φτάσω εκεί. Να πάρω την απόφαση να ανοίξω την τηλεόραση, να βάλω μπρος την κονσόλα και να καθίσω στον καναπέ να περιμένω να γίνει το update της κονσόλας, το install και το update του παιχνιδιού και να αφιερώσω τις επόμενες ώρες σε ένα παιχνίδι μου φαίνεται πλέον σαν απόφαση ζωής. Πρέπει να βρω χρόνο, να μην έχω δουλειά ή υποχρεώσεις που θα μου διακόψουν την διασκέδαση και την αφοσίωση (immersion θαρρώ το λένε). Αλλά αυτή η προγραμματισμένη διασκέδαση από κάποιο σημείο και μετά γίνεται αγγαρεία. Είχα μισή ωρίτσα μπροστά μου μέχρι να φύγω για την δουλειά και ήθελα να παίξω, αλλά σκεφτόμουν ότι η διαδικασία θα μου φάει ένα δεκάλεπτο, οπότε προτιμούσα να διαβάσω ένα κεφάλαιο ενός βιβλίου απ’ το να ανοίξω την κονσόλα. Και αυτό έγινε πια μόνιμο. Είχα να ανοίξω την κονσόλα μήνες. Και μου έλειπε, πραγματικά. Ήθελα να βυθιστώ σε έναν κόσμο και να παρασυρθώ από ένα παιχνίδι μέχρι τα δάχτυλα να κάνουν τα πάντα μηχανικά, από μόνα τους, να μην σκέφτομαι τις κινήσεις, να μην κοιτάω το χειριστήριο, να είμαι “μέσα” στο παιχνίδι. Ξανά, όπως παλιά.
Και εκεί που πιστεύεις πως όλα τέλειωσαν, το gaming σου κλείνει το μάτι και σε προσκαλεί να συνεχίσεις, γιατί υπάρχει τρόπος, υπάρχει αυτό που ζητάς, δεν είναι ανέφικτο. Πήρα το Switch και ήταν σαν να έγινε προέκταση των χεριών μου. Τώρα πια απλά πατάω το stand by και όποτε θέλω είτε σε 3 λεπτά είτε σε 3 μέρες μπορώ να συνεχίσω το παιχνίδι από εκεί που το άφησα. Δεν χρειάζεται να το σκεφτώ, να το προγραμματίσω, να το πάρω απόφαση. Όλα γίνονται από μόνα τους. Πάω τουαλέτα και το παίρνω μαζί μου (τα πλένω τα χέρια καλέ, έλεος). Πάω για καφέ και είναι μαζί μου (σε άνθρωπο δεν μιλάω, απλά κουνάω το κεφάλι συγκαταβατικά και πετάω ανά 3 λεπτά εναλλάξ “ωραίος”, “έτσι είναι”, “ν’ αγιάσει το στόμα σου”, “τι λες ρε φίλε”. Έχω διάλειμμα από την δουλειά, προλαβαίνω ένα dungeon στο Zelda. Έχει παύση η ταινία τσάαακ βγαίνει από την αναμονή το Switch ώστε να βατέψει ο Geralt την Triss. Λίγο πριν τον γλυκοπάρω (τον ύπνο πάντα) ας μαζέψω ένα (ή δέκα) φεγγάρια στο Super Mario Odyssey. Και εκεί που ο χρόνος παιχνιδιού είχε πέσει σε μονοψήφια νούμερα ανά μήνα, τώρα παίζω περισσότερο από ποτέ. Ευλογία και κατάρα μαζί.
Ναι σίγουρα αυτό το feature της αναμονής υπάρχει εδώ και χρόνια. ακόμα και τα DS και PSP είχαν αντίστοιχες λειτουργίες, αλλά τα παιχνίδια για εκείνες τις φορητές κονσόλες ήταν ακριβώς αυτό, παιχνίδια για φορητές κονσόλες, δηλαδή μικρές πιστές για ολιγόχρονο, διαλειμματικό gaming, σε νεκρούς χρόνους. Εδώ μιλάμε για παιχνίδια που θέλουν χρόνο και κόπο για να τα ολοκληρώσεις. Φυσικά δεν τις ακυρώνω ως μικρές και παιδικές κονσόλες, για την εποχή τους οι φορητές εκείνες συσκευές μπορεί να ήταν η “προσαρμογή” του εκάστοτε αζαζέλ.
Και οι επιτραπέζιες κονσόλες έχουν αναμονή εδώ και χρόνια και μπορείς να συνεχίσεις όποτε θες το παιχνίδι χωρίς να απενεργοποιήσεις τα πάντα, αλλά πείτε μου ποιος εμπιστεύεται στην Ελλάδα να αφήσει για ώρες ή και μέρες ανοιχτή την κονσόλα του σε κατάσταση αναμονής. Δεν ξέρω για εσάς αλλά εδώ που μένω το ρεύμα έχει την δική του βούληση και δεν μας ρωτάει πότε θα πάει διακοπές. Δεν είναι λίγες οι φορές που έχασα πρόοδο σε παιχνίδι από διακοπή ρεύματος, για να μην μετρήσω τα δύο PS3 που μου πήρε η ΔΕΗ πάνω στο άνθος της ηλικίας τους. Συν το γεγονός ότι είναι πάντα εκεί, κάτω από την τηλεόραση. Μόνιμα σε ένα μέρος, χωρίς την ευκολία της εύκολης πρόσβασης.
Στο Witcher 3 στο PS4 αφιέρωσα περίπου 20 ώρες σε διάστημα ενός έτους, στο Witcher 3 στο Switch έχω 60 ώρες και ακόμα δεν λέω να το παρατήσω. Στο Vampyr αφιέρωσα περίπου 3 ώρες στο PS4, μου άρεσε απλά προτιμούσα κάτι άλλο όταν άνοιγα την κονσόλα. Στο Vampyr στο Switch αφιέρωσα 25 ώρες για να ολοκληρώσω το story. Δεν μετράω καν ώρες σε άλλα παιχνίδια όπως Animal Crossing και Zelda BotW γιατί θα με κλείσουν μέσα για εθισμό. Και όλα αυτά χωρίς να καταλαβαίνω πως περνάει η ώρα και πόσες ώρες αφιερώνω. Γιατί δεν ήταν πάντα συνεχόμενες. Ήταν σε νεκρό χρόνο, αυτόν τον χρόνο που θα αφιέρωνα στο να κάνω ατελείωτο scrolling στα social media ή να διαβάσω τελειωμένες ειδήσεις για το κατά πόσο ο σκαντζόχοιρος της Βαϊμάρης έχει δυσανεξία την λακτόζη και “Δείτε πως είναι σήμερα το Χρυσάνθεμο από το Κωνσταντίνου και Ελένης”.
Κάποτε νόμιζα ότι το φορητό gaming είναι γι’ αυτούς που περνούν πολύ χρόνο εκτός σπιτιού ή για παιδιά, τώρα βλέπω τον εαυτό μου να μαγνητίζεται από τα φορητά για την απλότητα της χρήσης και την ευκολία που θυμίζουν μια άλλη εποχή, που απλά άνοιγα tv και κονσόλα έβαζα κασέτα ή δισκάκι και έπαιζα. Απλά...